bara

Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2014

Από τις ποιο πλούσιες περιοχές σε σχιστολιθικό πετρέλαιο και αέριο στην Ελλάδα ο Έβρος

Σε Πίνδο, Αλεξανδρούπολη, Ορεστιάδα και άλλες περιοχές της Βορείου Ελλάδας εντοπίζονται κοιτάσματα σχιστολιθικού αερίου και πετρελαίου, σύμφωνα με προκαταρκτική μελέτη του Ινστιτούτου Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΙΓΜΕ).
Τα στοιχεία παρουσίασε αυτή την εβδομάδα στους Ευρωπαίους ομολόγους του ο υφυπουργός Ενέργειας Μάκης Παπαγεωργίου, ο οποίος τόνισε τους περιορισμούς (π.χ. περιβαλλοντικούς), αλλά και τις ευκαιρίες που δημιουργούνται για την Ε.Ε.
Στελέχη που ασχολούνται με τον τομέα υδρογονανθράκων αλλά και πολιτικοί, όπως η ευρωβουλευτής Ν. Τζαβέλα, επισημαίνουν την ανάγκη άμεσης διερεύνησης των κοιτασμάτων, καθώς ήδη κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση γειτονικές χώρες όπως η Βουλγαρία και η Ρουμανία. Την ίδια στιγμή, όμως, η αμερικανική εμπειρία δείχνει ότι η άντληση υδρογονανθράκων από σχιστόλιθο συνοδεύεται από βαρύ περιβαλλοντικό κόστος και συνεπώς απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή.
Οι πρώτες μελέτες δείχνουν ότι και η Ελλάδα διαθέτει μη συμβατικούς υδρογονάνθρακες, σχιστολιθικό φυσικό αέριο και σχιστολιθικό πετρέλαιο. Η πιθανότητα τέτοιων κοιτασμάτων είχε συζητηθεί και στο παρελθόν, αλλά τα τελευταία χρόνια υπήρξε πιο ενδελεχής μελέτη. Τα κοιτάσματα που έχουν βρεθεί από την προκαταρκτική έρευνα που πραγματοποίησε το ΙΓΜΕ βρίσκονται καταρχήν στη Θράκη και πιο συγκεκριμένα σε περιοχές γύρω από την Αλεξανδρούπολη και την Ορεστιάδα, όπως επιβεβαιώνει ο αναπληρωτής καθηγητής του τμήματος Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Κωνσταντίνος Παπαβασιλείου, ο οποίος ήταν ο γενικός διευθυντής του ΙΓΜΕ κατά την περίοδο της έρευνας.
Φυσικό αέριο και πετρέλαιο παρόμοιου τύπου εντοπίζονται στην Ανατολική Μακεδονία και ειδικότερα σε περιοχές της Καβάλας και του Πρίνου, ενώ την ίδια στιγμή υπάρχουν εκτεταμένες εμφανίσεις σχιστολιθικού πετρελαίου κυρίως στην Ηπειρο, σε περιοχές κοντά στα Ιωάννινα και στην Πίνδο. Τέτοια κοιτάσματα εμφανίζονται και στο Κατάκολο Ηλείας. «Πολλές φορές έλεγαν στην Ηπειρο ότι βρήκαμε πετρώματα που είχαν μέσα πίσσα. Αυτοί είναι οι λεγόμενοι βιτουμενιούχοι σχιστόλιθοι, που περιέχουν υγρούς υδρογονάνθρακες, δηλαδή πετρέλαιο» τονίζει στην «κυριακάτικη δημοκρατία» ο κ. Παπαβασιλείου.
Η μελέτη πραγματοποιήθηκε από το ΙΓΜΕ, σε συνεργασία με πανεπιστημιακούς από τα γεωλογικά τμήματα Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Πάτρας. Η μελέτη έγινε για λογαριασμό του υπουργείου Περιβάλλοντος κατόπιν εντολής τού τότε αρμόδιου υφυπουργού Γιάννη Μανιάτη, για να διαπιστωθεί αν όντως υπάρχουν τέτοιοι υδρογονάνθρακες. Ειδικά για τη Θράκη, υπάρχουν και άλλες εκτιμήσεις που επιβεβαιώνουν την ύπαρξη τέτοιων κοιτασμάτων, καθώς και άλλοι ειδικοί θεωρούν τους συγκεκριμένους υδρογονάνθρακες παρακλάδι του κοιτάσματος που έχει εντοπιστεί στην ευρύτερη περιοχή της Ρουμανίας, της Βουλγαρίας και της Ανατολικής Τουρκικής Θράκης.
«Είμαστε ακόμα στην αρχή, αλλά εκτιμώ ότι αξίζει να γίνει εκτεταμένη έρευνα. Μέχρι στιγμής έχουν βρεθεί μικρές γεωλογικές λεκάνες, αλλά, μόλις το ΙΓΜΕ πάρει εντολή, θα μπορέσει να ερευνήσει το θέμα πιο αναλυτικά και να διαπιστωθεί το ακριβές μέγεθος των κοιτασμάτων. Μια σημαντική διαφοροποίηση είναι ότι η έρευνα και η παραγωγή τέτοιων υδρογονανθράκων είναι πολύ πιο φθηνές από την κλασική πετρελαϊκή έρευνα. Δεν χρειάζεται να κάνεις γεωτρήσεις χιλιομέτρων» επισημαίνει ο κ. Παπαβασιλείου.
Πόσα χρόνια θα χρειαστούν, όμως, για την εξόρυξη των κοιτασμάτων αν η περαιτέρω έρευνα δείξει ότι είναι οικονομικά βιώσιμα; Ο τέως επικεφαλής του ΙΓΜΕ υποστηρίζει ότι η έρευνα απαιτεί διάστημα 2-3 ετών, ενώ για τις εξορύξεις θα απαιτηθούν τουλάχιστον 3-4 χρόνια. Στον συνολικό χρόνο πρέπει να συνυπολογιστεί η επίλυση των θεμάτων της παραγωγής, καθώς και το αν θα υπάρξει ξεχωριστό θεσμικό καθεστώς για τους μη συμβατικούς υδρογονάνθρακες ή θα ισχύει ό,τι και για τους υπόλοιπους. Οπως υπογραμμίζει, τα κοιτάσματα θα εξυπηρετούν τοπικές ανάγκες και μπορούν να βοηθήσουν το ελληνικό ενεργειακό ισοζύγιο. «Σίγουρα θα μας βοηθούσε να μειώσουμε τις εισαγωγές από πετρέλαιο, αλλά δεν είναι ακόμα γνωστό το ακριβές ποσοστό» λέει.
Ωστόσο, το ελληνικό κράτος δεν έχει κάνει καμιά προσπάθεια για περαιτέρω έρευνα και την εξόρυξή τους, και προσπαθεί να χειριστεί το θέμα με τη μεγαλύτερη δυνατή προσοχή, καθώς είναι αμφίβολες οι συνέπειες για το περιβάλλον και οι αντιδράσεις των οικολογικών οργανώσεων. «Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις θα μπορούσαν να τα τινάξουν όλα στον αέρα» εκτιμούν πολιτικοί παράγοντες. Είναι γνωστό ότι η μέθοδος εξόρυξής τους περιλαμβάνει τη χρήση εκατοντάδων χιλιάδων λίτρων νερού και διαλυτών υπό πολύ υψηλή πίεση και σε βάθος που μπορεί να φτάνει και τα 2 χλμ. κάτω από την επιφάνεια της Γης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου